φαρυγγοσκοπία

φαρυγγοσκοπία
και φαρυγγοσκόπηοη, η, Ν
ιατρ. άμεση εξέταση τού φάρυγγα με την βοήθεια φαρυγγοσκοπίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. pharyngoscopie < φάρυγξ, -υγγος + -σκόπηση (< -σκοπώ < -σκόπος*)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”